Παρασκευή 26 Νοεμβρίου 2010

ΑΦΕΣΜΟΣ

Πέμπτη 11 Νοεμβρίου. Ο Έκτωρας Κακναβάτος, κηδεύεται στις τρεισήμισι το απόγευμα, στο νεκροταφείο του Κόκκινου Μύλου στην Αθήνα. Δεν είμαι άξια εγώ να τον παρουσιάσω, διαβάστε την ποίησή του και τον αποχαιρετισμό που εκφώνησε ο Σάββας Μιχαήλ στην κηδεία του:
http://agrapublications.blogspot.com/2010/11/blog-post_19.html

Για μένα που ταξίδεψα στο τοπίο της ποίησής του και της σκέψης του, της μόρφωσής του και των συναισθημάτων του, της γλώσσας, των εννοιών και των ηχοχρωμάτων του, για μένα ήταν αγαπημένος. Αγαπημένος όσο ο Καβάφης, ο Κάλβος, ο Καρούζος, ο Εμπειρίκος…. Πια δε θα ξαναγράψει κι αυτό με πονάει όσο με πονάει κι ότι χάθηκε ένας ακόμη αγωνιστής, ένας ακόμη ασυμβίβαστος.

Πέμπτη 11 Νοεμβρίου χτυπάει το τηλέφωνο στο γραφείο. Η πρώτη μου, η μοναδική μου ποιητική συλλογή, τυπώθηκε, μπορώ να παραλάβω τα βιβλία, να τα κρατήσω στο χέρι. «Στις τρεισήμισι θα τα έχει έτοιμα…»

Το Σύμπαν είναι σουρεαλιστής καταλήγω προσπαθώντας να πολεμήσω τη συγκίνηση, να βάλω σε λόγια τα μέσα μου κύματα, να τα εμφιαλώσω. Τι νιώθω; Αγάπη νιώθω, ναι, τόσο μελό. Όχι θλίψη, όχι χαρά, αγάπη. Μια γλυκιά, σιροπιαστή πληρότητα.



Αποφάσισα να εκδώσω τα μόλις 31 ποιήματά μου, όταν διάβασα το βιβλίο Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΔΙΑΛΕΞΗ, τη διαθήκη ενός ανθρώπου καταδικασμένου σε θάνατο από καρκίνο. Ν’ ακολουθήσω την προτροπή του να πραγματώσω τα όνειρά μου.

Από τη στιγμή που το αποφάσισα όλα ήταν με το μέρος μου. Άνθρωποι που απλώς γνώριζα (και που δε γνώριζαν την ποίησή μου) με διευκόλυναν, μου τα έδωσαν όλα στο πιάτο και δωρεάν.

Ακόμα και η φωτογραφία στο εξώφυλλο που ούτε παραγγελία να την είχα κάνει.

Διακόσια αντίτυπα τυπωμένα, να τα χαρίσω, να τα πάω στα βιβλιοπωλεία να μεταφέρουν την ψυχούλα μου και το πνεύμα μου σε φίλους και σε αγνώστους, ο πρώτος αφεσμός του μελισσιού που είναι η Κατερίνα.

Κουβαλάει μαζί του αυτός ο αφεσμός το μέλι που μάζεψα τρυγώντας το νέκταρ καλλιτεχνών, επιστημόνων, διανοητών αλλά και το νέκταρ της ζωής, βιώματα που ανθίζουν στο παρόν ή πιο μετά, μέσα στο λίπασμα της μνήμης.

Ελπίζω ότι θα ζήσει έξω από μένα αυτό το μελισσάκι, ότι θα βρει φωλιά, ότι θα το καλοδεχτούν. Δεν είχα άλλη επιλογή απ’ το να το αφήσω να πετάξει. Χάρηκα που το λευτέρωσα.

Ώρα καλή σου Έκτωρα, πάντα θα σε τιμώ, πάντα θα με διδάσκεις και θα με τέρπεις, πάντα θα σ’ αγαπώ.