Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2012

Η μπαλάντα του φιλότιμου... από τον Στάθη





Μου ζητούν να πληρώνω τους φόρους μου εκείνοι που προσφέρουν στους φοροφυγάδες νομιμότητα και κοινωνικό κύρος.

Παρά ταύτα πληρώνω τους φόρους μου.

Απ’ το υστέρημά μου, ακόμα και κάνοντας χρέη για να πληρώσω, πληρώνω τους φόρους μου. Κατανοώ όσους συμπολίτες μου δεν μπορούν να πληρώσουν πια, αλλά όσο μπορώ θα τους πληρώνω.

Κι, ως φαίνεται, για αυτό ακριβώς μας προσθέτουν και νέους φόρους. Κάθε είδους.

Έμμεσους και άμεσους. Οθωμανικούς (χαράτσια) κι ευρωπαϊκούς (έκτακτες εισφορές).

Μάλιστα, βρίσκουν τρόπους τις έκτακτες εισφορές να τις κάνουν μόνιμες (όπως το χαράτσι για τα ακίνητα μέσω ΔΕΗ).

Μου βάζουν φόρους κεφαλικούς αυτοί που κλέβουν απ’ τους φόρους μου για την παιδεία ή την υγεία και τους πάνε πεσκέσι στους καναλάρχες και τους λοιπούς προπαγανδιστές των οκτώμισι, αυτούς ακριβώς που σε κατηγορούν ότι εσύ φταις για όλα.

Εσύ φταις που δεν πληρώνουν φόρους οι εφοπλιστές,

εσύ φταις για τις μίζες στην Αμυνα,

εσύ φταις για τις μίζες στη Ζήμενς, εσύ τα έφαγες μαζί με τον κ. Χριστοφοράκο,

εσύ φταις, σου λένε, που μας ψήφισες - ουπς! σε αυτό πρέπει να παραδεχθούμε ότι έχουν ένα δίκιο! Επί πολλά χρόνια ήξερες κι όμως τους ψήφιζες.

Πλην όμως, ο πολίτης δεν δικάζεται για την ψήφο του. Ούτε είναι ο πολίτης αυτό που ψήφισε χθες. Ο πολίτης είναι πάντα αυτό που ψηφίζει κάθε φορά. Δεν υπάρχουν ψηφοφόροι από παρθενογένεση ούτε «καθαροί» ψηφοφόροι εξ ουρανού. Ο πολίτης έχει κάθε δικαίωμα να αλλάζει γνώμη, επιλογή, κόμμα (όπως και να επιμένει στα ίδια). Αυτοί που προσπαθούν να του δημιουργήσουν ενοχή για τις επιλογές του ή τα πεπραγμένα του θέλουν απλώς τη συνενοχή του στα δικά τους κρίματα. Την ενοχική του αδράνεια και την αυτοακύρωσή του.

Οι πολίτες έχουν πολιτικές ευθύνες αλλά δεν λογοδοτούν για αυτές στους πολιτικούς (πόσω μάλλον στα παπαγαλάκια και τα κάθε λογής φερέφωνα). Αντιθέτως οι πολιτικοί για τις πολιτικές τους ευθύνες (πρέπει να) λογοδοτούν στους πολίτες.

Αν κάποιος πολίτης αλλάξει γνώμη και επιλογές, ασκεί το δημοκρατικό του δικαίωμα, αν ένας πολιτικός διαπράξει το ίδιο, πρέπει να δώσει εξηγήσεις, διότι οι έως εκείνη τη στιγμή πράξεις του αφορούσαν το κοινό καλό ή κακό -συνεπώς δεν υπάρχουν κολυμβήθρες του Σιλωάμ για τους πολιτικούς, αλλά υπάρχει μια συνεχής διαδικασία κάθαρσης για τους πολίτες- μια κρήνη όπου κανείς μπορεί «να πλένει τα ανομήματά του κι όχι μόνον την όψη του», να διορθώνει τα λάθη του, αν έχει κάνει, χωρίς άλλο κόστος παρά εκείνο που ο ίδιος αντιλαμβάνεται πως πρέπει να καταβάλει – δεν είναι η πολιτική «δίκη» για τους πολίτες, είναι «δίκη» για τους πολιτικούς.

Τώρα προσπαθούν να σε καθηλώσουν. Εσύ φταις για το φακελάκι του γιατρού, εσύ φταις για το γρηγορόσημο, εσύ φταις για τη «χαμηλή» διαφθορά.

Ε λοιπόν, αν φταις για αυτό (και κάποιοι από μας φταίνε), φταις το ίδιο και για το φιλότιμο του γιατρού, φταις το ίδιο και για τον καθηγητή που βοηθάει τα παιδιά με σθένος κι αίσθημα τιμής, φταις και για τον δημόσιο υπάλληλο που κάνει καλά τη δουλειά του, φταις για τον στρατιωτικό που κρατάει άμυνα, διότι

όλοι αυτοί που κάνουν το καθήκον τους σε σένα απευθύνονται, σε σένα προσφέρει ο γιατρός το φιλότιμό του, ο καθηγητής τον κόπο του, ο υπάλληλος τη γνώση του, ο στρατιωτικός την αγρύπνια του,

επιτέλους! το φιλότιμο του ενός προσφέρεται στο φιλότιμο του άλλου.

Ένα φαινόμενο που θάλλει ανάμεσα στους εργαζόμενους, στις εργατικές τάξεις, τους βιοπαλαιστές και τους επιχειρηματίες που πάνε με τον σταυρό στο χέρι - δηλαδή με τον νόμο. Δεν ακμάζει (δεν υπάρχει καν) αυτό το φαινόμενο ούτε ανάμεσα στους τοκογλύφους, ούτε ανάμεσα στα λαμόγια, τους αεριτζήδες, τα τραστ, τους κομματικούς καρεκλοκένταυρους και το υπηρετικό τους προσωπικό,
τα παπαγαλάκια της Διαπλοκής και της Διαφθοράς, τους τρομοκράτες των οκτώμισι, τους «τιμητές» της δεκάρας.

Δουλεύω σαν σκύλος και μου κόβουν τον μισθό, την ασφάλιση, τη σύνταξη, σπουδάζω και μένω άνεργος ή δουλεύω για ψίχουλα, βαριά η μελαγχολία της δυσπραγίας μας πλημμυρίζει τα σπίτια μας.

Και μου λένε πως φταίω εγώ ο κλεφτοκοτάς (ή όχι) που μπήκαν οι αλεπούδες στο κοτέτσι. Και φέρνουν τώρα λύκους να τις διώξουν, κι αύριο λιοντάρια να διώξουν τους λύκους - δεν θα έχουν τέλος τα πακέτα και τα «μέτρα».

Ώσπου να επιτευχθεί ο στόχος. Να σκλαβωθείς. Και σκλάβος μένει μόνον όποιος νομίζει ότι η σκλαβιά του αξίζει, ότι φταίει ο ίδιος για αυτήν.

Χρόνια τώρα αυτή είναι η δουλειά της κυρίαρχης προπαγάνδας: να μας κάνουν ενοχικούς. Και να μας στρέφουν τον έναν εναντίον του άλλου.

Τώρα που το σύστημα τρίζει, σε αυτήν την προπαγάνδα της Διαπλοκής προσθέτει τις δυνάμεις της και η Χρυσή Αυγή βρίζοντας τους πάντες, τους αριστερούς, τους ομοφυλόφιλους, τις γυναίκες (αυτές τις δέρνει κιόλας), τους εβραίους, τους μουσουλμάνους, τους πάντες, δηλητηριάζοντας τον έναν εναντίον του άλλου, εφαρμόζοντας χάριν της άρχουσας τάξης αυτό που αυτή η τάξη ποθεί περισσότερο διότι το θεωρεί ασφαλέστατο: το διαίρει και βασίλευε.

Ε λοιπόν, η ταπεινότης μου είναι με το φιλότιμο του γιατρού κι όχι με το δηλητήριο του φερέφωνου ή το μίσος του φασίστα. Προσδοκώ στην πολιτική συμπεριφορά των ανθρώπων κι όχι στον αταβισμό των θηρίων.

Είμαι με το φιλότιμο, την αλληλεγγύη και την ελπίδα, όχι με την κατεργαριά, τον ατομικισμό και τα πογκρόμ.

Σήμερα το φιλότιμο διαδηλώνει στους δρόμους, η εργασία και ο πολιτισμός της εργασίας - το πιο ευγενικό δημοκρατικό καρκατσουλιό σήμερα μάχεται, όπως μάχεται υπό κλίμακα κάθε μέρα, όπως θα μάχεται και αύριο, ώσπου ανάγκη άλλης μάχης να μην υπάρχει και εορταστικός σαν Κυριακή να κυλάει ο βίος μας, ο βίος του ανθρώπου δημιουργού.

«Όνειρα» θα μου πεις! Xωρίς τα όνειρα, σκοτάδι του Αδη, θα αντιλέξω και, σύντροφέ μου, θα προσθέσω: όχι μόνον όνειρα, αλλά στόχοι. Πολιτικοί στόχοι. Εφικτοί. Ούτε η ισονομία είναι ουτοπία, ούτε η απελευθέρωση των ανθρώπων! Η ελευθερία είναι ανάγκη...

stathis@enikos.gr


Δευτέρα 8 Οκτωβρίου 2012

Ο Πλάτωνας, ο Γκράμσι και εμείς


Δε θεωρώ τον εαυτό μου ρατσιστή και μισαλλόδοξο, όχι σε θέματα φυλής, φύλου, ηλικίας, θρησκείας, καταγωγής, τάξης κλπ. Με τρομάζει όμως η αντίδρασή μου απέναντι στη βλακεία, την αμορφωσιά, την αδιαφορία….

Στις προηγούμενες εκλογές υπήρχαν συνθήματα του τύπου «κρύψτε τις ταυτότητες απ’ τους παππούδες και τις γιαγιάδες να μην πάνε να ψηφίσουν». Πόσο απέχει αυτό από την άποψη του Πλάτωνα ότι η δημοκρατία είναι ένα σαθρό σύστημα, που βασίζεται στα καπρίτσια ενός απαίδευτου όχλου, που ακολουθεί τον όποιο δημαγωγό θα του χαϊδέψει τα αυτιά και θα του τάξει ευημερία;

Ο Πλάτων δοκίμασε τη θεωρία του, του φιλοσόφου ηγεμόνα, στις Συρακούσες, ως μέντορας του Διονυσίου του Β’ και απέτυχε να τον οδηγήσει στο δρόμο της αρετής, παρ’ όλο που ο νεαρός Τύραννος λάτρευε το Δάσκαλό του.

Βέβαια, έχει τα δίκια του ο Πλάτωνας, η δημοκρατία είναι τόσο ιδανική ως πολίτευμα όσο ιδανικοί είναι οι άνθρωποι ως πολίτες. Ένα ιδανικό εκπαιδευτικό σύστημα είναι τόσο ιδανικό όσο οι δάσκαλοι που θα το εφαρμόσουν. Όλα γυρνάνε στον άνθρωπο.

Κι εκεί είναι που ελλοχεύει ο ρατσισμός για τους μη ρατσιστές. Είναι εύκολο να αναπτύξεις ένα ρατσισμό απέναντι σ’ αυτούς τους συμπολίτες σου. Να αισθανθείς ανώτερος. Να αισθανθείς ότι απειλείσαι από αυτούς. Σκέφτεσαι ότι κάνουν τον τόπο όπου ζεις σαν τα μούτρα τους. Ότι η αμορφωσιά τους είναι επικίνδυνη. Ότι ψηφίζουν. Κι ότι δεν έχεις τρόπο να αμυνθείς διότι, ακόμα κι αν υπήρχε τρόπος να τους μάθεις το σωστό, θα έπρεπε πρώτα να θελήσουν να το μάθουν. Και δε θέλουν. Είναι απόλυτα πεπεισμένοι ότι μια χαρά κάνουν αυτά που κάνουν (και ψηφίζουν).

Γράφει ο Αντόνιο Γκράμσι:

«Είμαι ενταγμένος, ζω, νιώθω ότι στις συνειδήσεις του χώρου μου ήδη πάλλεται η δραστηριότητα της μελλοντικής πόλης, που ο χώρος μου χτίζει. Και μέσα σ' αυτήν την πόλη η κοινωνική αλυσίδα δεν βαραίνει τους λίγους, μέσα σ' αυτήν κάθε συμβάν δεν οφείλεται στην τύχη, στη μοίρα, μα είναι ευφυές έργο των πολιτών. Δεν υπάρχει μέσα σ' αυτήν κανείς που να στέκεται να κοιτάζει από το παράθυρο ενώ οι λίγοι θυσιάζονται, κόβουν τις φλέβες τους. Ζω, είμαι ενταγμένος. Γι' αυτό μισώ αυτούς που δεν συμμετέχουν, μισώ τους αδιάφορους.

Μισώ τους αδιάφορους και γι' αυτό: γιατί με ενοχλεί το κλαψούρισμά τους, κλαψούρισμα αιωνίων αθώων. Ζητώ να μου δώσει λογαριασμό ο καθένας απ' αυτούς με ποιον τρόπο έφερε σε πέρας το καθήκον που του έθεσε και του θέτει καθημερινά η ζωή, γι' αυτό που έκανε και ειδικά γι' αυτό που δεν έκανε. Και νιώθω ότι μπορώ να είμαι αδυσώπητος, ότι δεν μπορώ να χαλαλίσω τον οίκτο μου, ότι δεν μπορώ να μοιραστώ μαζί τους τα δάκρυά μου.»

Δε μπορώ να πως ότι δεν έχω νιώσει την οργή που νιώθει ο Γκράμσι. Όμως που οδηγεί αυτή η θέση;

Έχουμε τους αδιάφορους και όσους νοιάζονται. Έχουμε αυτούς που νοιάζονται και κάτι κάνουν κι αυτούς που νοιάζονται μεν, αλλά δεν κάνουν παρά κριτική στους πάντες και τα πάντα - ενδεχομένως και αυτοκριτική. Κι αν θέλουμε το χωρίζουμε κι άλλο: Αυτοί που νοιάζονται και κάτι κάνουν, πόσο σημαντικό ή ανατρεπτικό είναι αυτό που κάνουν; Κάπως έτσι ξεσκαρτάρουμε από τους αγώνες το ΚΚΕ ή το ΣΥΡΙΖΑ ή τους ΟΙΚΟΛΟΓΟΥΣ ή το φίλο μας το Μήτσο που το παίζει ακτιβιστής…

Όμως, όταν είσαι μια μικρή ομάδα, μια ελίτ «ενταγμένων», συνειδητοποιημένων πολιτών, τι μπορείς να κάνεις για να αλλάξεις αυτούς που περιφρονείς; Την «άβουλη, άμυαλη μάζα» πως την κινητοποιείς; Να την αγνοήσεις δε γίνεται! Το «σύστημα» επιλέγει να την καθοδηγεί, να την ελέγχει. Αν δε βρούμε έναν διαφορετικό τρόπο, χωρίς περιφρόνηση και μίσος, σε τι διαφέρουμε από την ολιγαρχία που αντιπαλεύουμε; Ποιος μπορεί να είναι τελικά αυτός ο τρόπος και γιατί δεν τον έχουμε βρει τόσον καιρό;

Μια και δεν έχω απαντήσεις που να κάνουν για όλους και το βρίσκω άτοπο να περιγράφω τους προσωπικούς μου πειραματισμούς, περιορίζομαι να θέτω τα ερωτήματα και να μιλώ γενικόλογα. Ίσως κάποιος καλύτερος νους από το δικό μου να έχει την απάντηση. Στο μεταξύ προσπαθώ με το μόνο μέσο που κατέχω: την επικοινωνία. Μιλάω με όλους, ακούω προσεχτικά και ψάχνω να βρω τη διασταύρωση που εγώ έστριψα από δω κι ο συνομιλητής μου από κει.

Μέσα στην «άβουλη, άμυαλη μάζα», υπάρχουν εξαιρετικά ευφυείς, απελπισμένοι άνθρωποι, που δε βρίσκουν νόημα σε μια πορεία ή στα υπάρχοντα κόμματα ή στο συνδικαλισμό.

Νιώθουν μόνοι έχοντας αποδεχτεί ότι δεν υπάρχει σωτήρας, ούτε στο πρόσωπο ενός φωτισμένου ηγέτη ούτε σε κάποια από τις υπάρχουσες συλλογικότητες. «Τίποτα δε θα γίνει. Ποιος θα το κάνει; Όπως δεν το κάνω εγώ δεν το κάνει και κανείς άλλος.»



Πως θα βρουν ελπίδα και κίνητρο οι αδιάφοροι; Ποιο όραμα μπορεί να τους εμπνεύσει; Πως περνάμε από το ατομικό στο συλλογικό; Πως θα συνενοηθούν μεταξύ τους οι "ενταγμένοι", οι διάφορες συλλογικότητες;

Καθώς η Ελλάδα μετατρέπεται με γοργούς ρυθμούς σε μια αφόρητη δυστοπία, ερωτήματα σαν τα παραπάνω χρειάζεται να απαντηθούν επειγόντως. Διότι με το μίσος για τους αδιάφορους δε βλέπω να πηγαίνουμε στην ευτοπία. Δε βλέπω καν να μπορούμε να αντισταθούμε.