Παρασκευή 12 Ιουνίου 2009

Δημήτρης

Η πιο παλιά ανάμνηση που έχω είναι απ’ όταν ήμουν 26 μηνών. Ο Δημήτρης, έξι μηνών τότε ορθωμένος στην κούνια του απ’ τους σπασμούς, να κλαίει σπαραχτικά με ένα δυσανάλογα μεγάλο, πρησμένο, κυανωτικό πρόσωπο που δε θύμιζε μωρό.

Όχι, δεν ήταν άσχημο μωρό. Ίσα – ίσα, στις φωτογραφίες της βάφτισής του είναι ένα γλυκό, γελαστό μωράκι σε αντίθεση με μένα που ουρλιάζω σε όλες. Τίποτε πάνω του δε δείχνει ότι πάσχει από σύνδρομο Down.

Ο Δημήτρης μίλησε στα τέσσερα, έμαθε την τουαλέτα στα εφτά, όταν περπάτησε. Η αγάπη που του είχα ως αδερφή δε διέφερε από την αγάπη που θα είχα για ένα υγιές αδερφάκι. Παίζαμε, τον γαργαλούσα, τον ζήλευα, του τράβαγα τα μαλλιά…

Κάποτε η γιαγιά μου (ένας υπέροχος άνθρωπος κατά τα άλλα) είπε ότι το μαλλιοτράβηγμα που του έκανα έφταιγε που ήταν έτσι. Κάποιοι συγγενείς είπαν, για να δώσουν κουράγιο υποθέτω στη μάνα μου, ότι «όσο μυαλό έκοψε ο Θεός από το γιό σου το έδωσε παραπάνω στην κόρη σου».

Έτσι στην αγάπη προστέθηκε η ενοχή. Ενοχή που υπάρχει και τώρα, πέρα από κάθε λογική, όχι γιατί νιώθω υπεύθυνη για κάτι, ούτε καν επειδή νιώθω πως δεν κάνω αρκετά πράγματα γι’ αυτόν, ενοχή που υπάρχει απλά επειδή εγώ ήμουν τυχερή κι αυτός όχι.

Η ζωή του Δημήτρη δημιούργησε κύματα, όχι κυματισμούς, για τους γονείς του και για μένα. Η μάνα μου το έριξε στη δουλειά ψάχνοντας να του εξασφαλίσει μια οικονομική ασφάλεια, να διευκολύνει εμένα και το μελλοντικό μου σύζυγο να τον φροντίζουμε όταν εκείνη φύγει. Ο πατέρας μου κλείστηκε στον εαυτό του κι άφησε το ποτό να τον οδηγήσει σε ένα πρόωρο τέλος. Εγώ έγινα αυτή που είμαι.

Υπέρμαχος των αδυνάτων…. Από μικρή τσακωνόμουνα με τα παιδιά της γειτονιάς που τον κορόιδευαν. Αδυνατούσα να δεχτώ τη φυσιολογική σκληρότητα των παιδιών. Ανέπτυξα ένα οξύ κριτήριο δικαίου και μια μαχητικότητα που χωρίς το Δημήτρη δε θα είχα σ’ αυτό το βαθμό.

Φιλομαθής γεννήθηκα, σε βαθμό αποξένωσης από τους συνομηλίκους μου, αλλά μεγάλο κομμάτι των αναζητήσεών μου αφορούσε την προσπάθεια να βρω απαντήσεις στο «γιατί» και το «πώς». «Γιατί» υπάρχουν παιδιά σαν το Δημήτρη και «πως» μπορείς να τα θεραπεύσεις ή «πως» μπορείς να τα βοηθήσεις ή «πως» μπορείς να βοηθήσεις τις οικογένειές τους…

Αγνωστικίστρια… Δε μπόρεσα ποτέ να συμβιβάσω την ύπαρξη ενός Θεού όπως τον περιγράφει η χριστιανική θρησκεία με την ύπαρξη παιδιών που πεθαίνουν πριν αναπτυχθούν τόσο ώστε να τον πιστέψουν ή που το μυαλό τους δε φτάνει για να κατανοήσουν τη θεολογία. Γεννήθηκα ορθολογίστρια αλλά και το συναίσθημά μου με οδήγησε να μην πιστέψω σε ένα Θεό Πατέρα που τιμωρεί τα παιδιά του πιο σκληρά απ’ ότι η ατελέστατη εγώ.
Παρεμπιπτόντως ο Δημήτρης είναι πιστό παπαδοπαίδι και συλλέγει κομποσκοίνια…

Και φτάνω στο τρίτο συναίσθημα, την οργή. Οργή γιατί δεν υπάρχει κανείς να κατηγορήσεις. Οργή γιατί δεν μπορείς τίποτα σημαντικό να αλλάξεις. Οργή γιατί ο κόσμος είναι σκληρός ακόμα και για τους υγιείς κι αν κάτι σου συμβεί κανείς δε θα θελήσει να αναλάβει το «σταυρό» σου, όπως τον αποκαλεί η μάνα μου. Οργή γιατί ο Δημήτρης δε θα χαρεί ποτέ όλα όσα χαίρομαι εγώ, το σεξ, τη φιλία, τη φιλοσοφία, τα πάρτι…


Όχι ο Δημήτρης δε νιώθει δυστυχής। Δε νιώθει να του λείπει κάτι। Η νοητική του υστέρηση δεν είναι τόσο βαριά όσο των παιδιών του Φουρνιέ।। Επικοινωνείς μαζί του μια χαρά. Όλοι στη γειτονιά τον αγαπούν. Το μυαλό του δεν φτάνει για να πει ψέματα αλλά φτάνει για να χαρεί τη μουσική. Στη δεκαετία του εβδομήντα ο Βόλος δε διέθετε σχολειά για την περίπτωσή του κι o δάσκαλος που χρυσοπλήρωνε η μάνα μου δεν τον βοήθησε να μάθει γράμματα. Πιστεύει ακράδαντα ότι τον καιρό τον φτιάχνουν οι μετεωρολόγοι της τηλεόρασης και τους μουτζώνει με την ψυχή του όποτε προβλέπουν κακοκαιρία. Δεν έχει άποψη για την πολιτική, δεν έχει άποψη για τίποτα εκτός από το πρόγραμμα του ΑΝΤ1. Θεωρεί τον εαυτό του παιδί κι αναφέρεται στα πράγματα που θα κάνει «όταν μεγαλώσει». Θα γίνει δημοσιογράφος, θα πάρει μια όμορφη γυναίκα…
Η ικανότητά του να αγαπά και να συμβιώνει με άλλους είναι ίση με οποιουδήποτε υγιή। Τα παιδιά μου μεγάλωσαν μαζί του και μόλις πριν λίγο καιρό η εφτάχρονη Αθηνά άρχισε να βλέπει ότι κάτι διαφορετικό έχει ο Δημήτρης, αδυνατώντας να αποφασίσει αν είναι παιδί ή ενήλικας। Της εξήγησα ότι ο Δημήτρης είναι ένα παιδί που δε μεγαλώνει ποτέ. Το σώμα του γερνάει αλλά το μυαλό του όχι. Θα νιώθει παιδί, θα φέρεται σαν παιδί και θα χρειάζεται φροντίδα.



Ο Δημήτρης έχει κλείσει τα 40. Οι στατιστικές δεν του δίνουν πολλά χρόνια ζωής. Θα περίμενε κανείς ότι ο θάνατος ενός ανάπηρου είναι ανακούφιση για την οικογένεια αλλά εμένα προσωπικά με τρομοκρατεί η ιδέα. Θα μου λείψει όσο θα μου έλειπε ένας αδερφός ή ένα παιδί. Ο Δημήτρης ήταν το πρώτο μου παιδί. Δε με πλήγωσε ποτέ. Δε με ζήλεψε. Δε με ανταγωνίστηκε. Φώλιασε στο χώρο που του έδωσε η οικογένεια και δε ζήτησε παραπάνω.

Είναι πολλά που θέλω να κάνω μαζί του, όχι γι’ αυτόν, που δεν τα ζητάει, αλλά για μένα. Όμως η καθημερινότητα σε καταναλώνει. Αγάπη, ενοχή, οργή. Θέλω να ισορροπήσω πριν να είναι πολύ αργά, να τον δω όπως εκείνος βλέπει εμένα, να τον αποδεχτώ όπως είναι.

Θα ήταν άδικο να τελειώσω αυτό το κείμενο χωρίς μια αναφορά στον υπέροχο άνθρωπο που παντρεύτηκα, στον άνθρωπο που μοιράστηκε τα πάντα μαζί μου ακόμα και την ευθύνη του Δημήτρη, τη ζωή με το Δημήτρη. Που τον νοιάζεται και τον φροντίζει. Θα μπορούσε να μην είναι έτσι. Θα μπορούσε ο άνθρωπος που θα αγαπούσα αρκετά για να τον παντρευτώ να μην θέλει να μοιραστεί την οικογενειακή του ζωή με το Δημήτρη και να μ’ αναγκάσει να επιλέξω. Για άλλη μια φορά στάθηκα τυχερή….

Ο Δημήτρης είναι «σταυρός» όταν είσαι μόνος. Μια μεγάλη, αγαπημένη οικογένεια μοιράζεται τα βάρη. Τα χρήματα σίγουρα βοηθάνε. Αν έχεις κάποιον να βοηθάει στο νοικοκυριό και να σιδερώνει και να προσέχει λίγο τα παιδιά για να βγεις ένα βράδυ τη βδομάδα, έχεις χρόνο να είσαι περισσότερο με τους ανθρώπους που αγαπάς και κυρίως να είσαι χαλαρός μαζί τους. (Πόσα μαλώματα θα είχαν γλιτώσει τα παιδιά μου αν ήμουν λιγότερο κουρασμένη, λιγότερο αγχωμένη, λιγότερο θλιμμένη…)

Αν υπήρχε κι ένα κράτος πρόνοιας με σωστές υποδομές για εκπαίδευση, περίθαλψη και τελικά ενσωμάτωση στην κοινωνία, δεν θα υπήρχε κανένα βάρος. Ψυχολογικό βάρος, βάρος που, αν αποδεχτείς ότι ο αδερφός σου είναι ανάπηρος κι ως τέτοιος ζει μια ζωή διαφορετική από αυτή που θα ήθελες γι’ αυτόν, απορρέει μόνο από την αδυναμία να απαντήσεις στο ερώτημα «Τι θα απογίνει αν εγώ πάθω κάτι». Το ίδιο δε σκέφτεται κάθε γονιός για τα παιδιά του;

Όλα μας τα βάρη, όλα μας τα άγχη, όλες μας οι αγωνίες προέρχονται από το γεγονός ότι ζούμε σε έναν κόσμο που δεν έχει κέντρο του τον άνθρωπο αλλά το κέρδος. Μέχρι οι άνθρωποι ν’ αποφασίσουν να σηκώσουν το κεφάλι όλοι μαζί και να διεκδικήσουν την ευτοπία εδώ και τώρα, το μόνο που σε στηρίζει για να συνεχίσεις να παλεύεις να μη βουλιάξεις και ξεχάσεις τον ουρανό, είναι η αγάπη, το μοίρασμα.

Έτσι απλά και κοινότοπα. All you need is love.

Που πάμε Μπαμπά; Του Ζαν Λουί Φουρνιέ, εκδόσεις «μελάνι»

Τα βιώματα οι σκέψεις και τα συναισθήματα ενός γονιού με δυο ανάπηρα παιδιά. Όσοι μοιράζονται μια τέτοια σκληρή τύχη θα βρουν εκεί μια φωνή για όσα νιώθουν και δε μοιράζονται. Όσοι ευλογημένοι με υγιή παιδιά θα δουν τη ζωή τους ως γονιού με άλλο μάτι. Ισχύει αυτή η τρομερή κοινοτοπία… Δεν εκτιμάμε αυτό που έχουμε….
Εμένα με άγγιξε κι απ’ τις δυο πλευρές. Μεγάλωσα με έναν ανάπηρο αδελφό και γέννησα δυο υγιή παιδιά. Ζω με τη μητέρα μου και τον αδελφό μου στο ίδιο σπίτι και δεν μπορώ παρά να συγκρίνω.

Πριν κάποιους μήνες έγραψα ένα άρθρο για τους κυματισμούς που αφήνει η ζωή μας και τώρα νιώθω ότι πρέπει να γράψω για το Δημήτρη, για τους κυματισμούς που προκάλεσε η δική του ανάπηρη (;) ζωή κι αν θέλετε διαβάστε με προσοχή, γιατί του αξίζει.

Το πρώτο μύνημα




Ξεκινάς ένα ιστολόγιο κι είσαι σαν το ναυαγό που στέλνει ένα μήνυμα σε μπουκάλι. Το μήνυμα ταξιδεύει στον ωκεανό του διαδικτύου αναζητώντας παραλήπτη… και να!
Κάποιος σου απαντάει!

Στη δική μου περίπτωση ήμουν πολύ τυχερή. Ο παραλήπτης είναι ένας εξαιρετικός άνθρωπος με ένα σπουδαίο ιστολόγιο, σαν αυτό που οραματίζομαι να φτιάξω κι εγώ κάποια μέρα. Επισκεφτείτε το Ligakaikala.blogspot.com και δε θα χάσετε!

Δε σχολιάζω τα συναισθήματά μου, νομίζω είναι προφανή. Το μήνυμα με έβγαλε από την καθημερινότητά μου, στην οποία έχω την τάση να βουλιάζω τελευταία, και μ’ έκανε να ξαναγράψω. Αυτό το μήνυμα κι ένα βιβλίο.

Παρασκευή 9 Ιανουαρίου 2009









Το νόημα της ζωής.....


Κάθε φορά που αναρωτιέμαι αν η ζωή μου έχει κάποιο νόημα κοιτάζω γύρω μου, τους άγνωστους ανθρώπους που ζουν πλάι μου, τους άσημους, καθημερινούς ανθρώπους που ταξιδεύουν μαζί μου στο τρένο, που περπατάνε στο απέναντι πεζοδρόμιο, που πίνουν καφέ με την παρέα τους στην καφετέρια που προσπερνάω, που συνοφρυώνονται ή γελάνε, χαλαροί, σφιγμένοι, ανέκφραστοι.

Η ζωή τους, όπως κι η δική μου, αφορά κι επηρεάζει τις ζωές λίγων μόνο ανθρώπων, η μνήμη τους, όπως κι η δική μου, δε θα ζήσει όσο η μνήμη του Ομήρου, του Μπαχ, του Φρόυντ ή του Χίτλερ.

Η κάθε ζωή όμως είναι μοναδική κι η βαρύτητά της δεν μπορεί παρά να κριθεί στο τέλος της, αλλιώς από τον ίδιο αλλιώς από τον καθένα με τον οποίο σχετίστηκε. Ποιος μπορεί να δει τη συνολική εικόνα; Ποιος ξέρει αν με την δική μας άσημη ζωή δεν βοηθήσαμε ή (δεν βλάψαμε ) τη ζωή ενός ανθρώπου που θ’ αφήσει (ή θα άφηνε χωρίς τη δική μας παρέμβαση ) βαθύτερα χνάρια στην άμμο της αιωνιότητας;

Πολλές επιδράσεις τις βλέπουμε στους κοντινούς μας ανθρώπους. Όμως επιδρούμε και πάνω σε αγνώστους. Με τη δουλειά μας. Με το παρκάρισμά μας. Με το χαμόγελό μας. Με τα νεύρα μας. Με λόγια και πράξεις, συνειδητά και ασυνείδητα.

O Yalom ονομάζει αυτές τις επιδράσεις κυματισμούς. Στο μυαλό μου σχηματίζεται η εικόνα μιας λίμνης γεμάτης μικρές χάρτινες βαρκούλες όλων των μεγεθών και των χρωμάτων που χορεύουν πάνω στα νερά. Σιγά - σιγά μουσκεύουν ή παίρνουν νερό και όλες τελικά θα βουλιάξουν.

Η μεταφορά δεν περιλαμβάνει μόνο ανθρώπους. Οι άνθρωποι έχουν παραπάνω τη συνείδηση ότι θα βυθιστούν κι αναρωτιούνται αν θα συνεχίσουν να έχουν συνείδηση καθώς θα ταξιδεύουν στο βυθό ή όταν θα αναπαύονται στο βυθό. Όμως χορεύουν στην επιφάνεια μαζί με τις βαρκούλες που είναι φυτά, ζώα, μικροοργανισμοί. Κι όλες επιδρούν με τη δική μας, το ίδιο και το νερό, η λεπτή στιβάδα της επιφάνειας κι η άβυσσος της αιωνιότητας από κάτω.

Πως ξεπηδούν οι βαρκούλες στην επιφάνεια και που πάνε όταν βυθίζονται δεν έχουμε τρόπο να δούμε. Όμως χορεύουμε πάνω στα κρυστάλλινα νερά , κάτω απ’ το ηλιόφως και το φεγγάρι και τα όχι και τόσο αιώνια αστέρια, χορεύουμε με τους ανέμους και χοροπηδάμε από τους κυμματισμούς που προκαλούν οι άλλες βαρκούλες για όσο αντέξει το χαρτί απ’ το οποίο είμαστε φτιαγμένοι.






THE MEANING OF LIFE

Each time I wonder whether my life has any meaning, I look around me, at the strangers that live next to me, the undistinguished, everyday people who travel with me on the train, who walk on the opposite pavement, who drink coffee with their mates in the cafeteria I pass by, who frown or laugh, relaxed, tightened, expressionless.

Their life, exactly like mine, concerns and influences the lives of only few other people, their memory, exactly like mine, will not live as long as the memory of Homer, Bach, Freud or Hitler.

Each life however is unique and its gravity can only be judged at its end, in a different way by ourselves than by the people we related to. Who can see the whole picture? Who knows if, with our own insignificant life, we helped or (harmed) the life of a person who will leave (or would have left without our intervention) deeper footprints in the sands of eternity?

A lot of influences can be observed on our closest people. However we also affect strangers. With our work. With where we park our car. With our smile. With our mood. With words and actions, consciously and unconsciously.

Yalom names these effects “ripples”. In my brain a picture is forming, of a lake full of small paper boats,of all sizes and colours, that dance on water. Slowly they get damp or take water in and finally they will all sink.

The metaphor does not only include people. People are just the only ones that are aware of the fact that they will sink in the end and they wonder whether they will continue to have any awareness while they sink or when they will have settled at the bottom. Still they dance in the surface along with the other boats that are plants, animals, micro-organisms…. And all interact with our own little paper boat and the water, the thin layer of the surface and the abyss of eternity beneath.

How the paper boats spring up in the surface and where they go when they sink, we have no way to see. Yet we dance on crystal waters, underneath the sunlight and moon and the not so eternal stars, we dance with the winds and we are shaken by the ripples that cause the other boats for as long as the paper from which we are made holds together...



Σκέψεις για την οικονομική κρίση.....

Ο καπιταλισμός είναι αυτοκαταστροφικός γιατί τελικά είναι ασυδοσία της αγοράς και όχι ελευθερία της αγοράς. Σαν τη γίδα που πετυχαίνει το τσουβάλι με το καλαμπόκι και τρώει ίσαμε να σκάσει (έχω κάνει νεκροψία σε τέτοια γίδα) έτσι κι ο σύγχρονος παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός μπούκωσε τοξικά δάνεια και ομόλογα (κι οι οικονομολόγοι ξέρουν τι άλλο), ώσπου αρρώστησε.

Όλοι το βλέπουμε όλοι θα θέλαμε να ζούμε καλύτερα αλλά κανείς δεν κάνει τίποτε γιατί οι πολλοί φοβούνται το ρίσκο και την ευθύνη του να πάρεις τη ζωή σου στα χέρια σου και οι λίγοι δεν καταφέρνουν.και πολλά όντας λίγοι.

Ωστόσο αν δούμε τον εαυτό μας όχι ως εργαζόμενο αλλά ως καταναλωτή, το πράγμα αντιστρέφεται. Εδώ έχουμε εμείς το πάνω χέρι.

Αν αυτή τη στιγμή έχουμε πετύχει τα προϊόντα να αναγράφουν τη σύστασή τους, την προέλευσή τους, αν είναι ανακυκλώσιμα ή όχι, αν είναι φιλικά για το περιβάλλον, αν η τιμή τους είναι προσιτή, αν υπάρχουν είδη για όλα τα γούστα, το έχουμε πετύχει με τις επιλογές μας.

Ακόμα και οι εκπομπές της τηλεόρασης και ο τύπος καθορίζονται από τις επιλογές μας.

Εν τέλει καταλήγω ότι το «επαναστατικό υποκείμενο» σήμερα είναι ο καταναλωτής. Όχι ο εργαζόμενος που συνεχώς υποχωρεί, συνεχώς χάνει κεκτημένα δικαιώματα και τρέμει, όντας υπερχρεωμένος ή γονιός ή και τα δύο, να μη χάσει την κακοπληρωμένη, καταπιεστική, άχαρη δουλίτσα του.

Καμιά πολιτική ομάδα δεν έχει ασχοληθεί να φτιάξει καταναλωτικές οργανώσεις. Ίσως είναι δύσκολο να χρωματίσεις μια ομάδα που διεκδικεί την καλύτερη ποιότητα στην καλύτερη τιμή με παράλληλο σεβασμό στους εργαζόμενους και στο περιβάλλον κατά τη διαδικασία παραγωγής μεταφοράς και διακίνησης του προϊόντος.

Είναι αυτή η διεκδίκηση ανατρεπτική και όχι «εναλλακτική»;
Πιστεύω πως ναι. Πιστέυω πως ένα σύστημα που στηρίζεται στη μαζική παραγωγή, την εξαπάτηση για λόγους μείωσης του κόστους, την καταλήστευση του φυσικού περιβάλλοντος και την αρπαχτή δεν μπορεί να προσαρμοστεί στα αιτήματα για ποιότητα, προστασία της φύσης και του καταναλωτή και προστασίας των διακαιωμάτων των εργαζομένων. Πιστεύω επίσης πως επειδή ως διεκδίκηση γίνεται από θέση ισχύος θα είναι περισσότερο μαζική και αποτελεσματική ακόμα και δημιουργική.

Το πρώτο που έχει ανάγκη ο καταναλωτής είναι εύκολη πρόσβαση σε σωστή ενημέρωση. Σωστές επιλογές χωρίς σωστή ενημέρωση δεν γίνονται, ούτε σωστές διεκδικήσεις. Ωστόσο, αν και «η αλήθεια είναι εκεί έξω», που έλεγε κι ο Μώλντερ, χρειάζεσαι χρόνο και κόπο για να την μαζέψεις κομμάτι – κομμάτι και να συνθέσεις την πλήρη εικόνα. Χρειάζεσαι και ειδικές γνώσεις. Ως κτηνίατρος έχω ειδικές γνώσεις σε ότι αφορά τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης αλλά δεν μπορώ να αξιολογήσω αναφορές για δομικά υλικά στο ίδιο επίπεδο. Θα χρειαστώ κάποιον πιο ειδικό να μου τα «κάνει λιανά». Σε τομείς όπως η παροχή υπηρεσιών π.χ. από τράπεζες εκεί κι αν χρειαζόμαστε βοήθεια οι περισσότεροι.

Το δεύτερο είναι συντροφικότητα. Να ανήκει σε ομάδα, να ξέρει ότι έχει υποστήριξη. Να έχει εμπιστοσύνη σε όσους τον ενημερώνουν. Μην ξεχνάμε ότι καταναλώνουμε και τηλεόραση και ραδιόφωνο κι εφημερίδες και περιοδικά και Διαδίκτυο ακόμη και φυλλάδια που μας μοιράζουν στο δρόμο. Ποιός ελέγχει την αλήθεια όλων αυτών; Όλοι γνωρίζουμε ότι το συμφέρον κιτρινίζει συχνά την εικόνα της πραγματικότητας.

Το τρίτο είναι συνέπεια και συνέχεια. Η διεκδίκηση των δικαιωμάτων σου και ο αγώνας για έναν καλύτερο κόσμο δεν έχουν διάλλειμα. Όπου κι αν είμαστε, ό,τι κι αν κάνουμε αντιδρούμε στην καταπάτηση των δικαιωμάτων μας. Η στάση ενός ανθρώπου επάγει παρόμοια στάση σε άλλους ανθρώπους το ίδιο όπως η ευγένεια επάγει ευγένεια και ο καβγάς φέρνει καβγά.

Τα είπα μαζεμένα αλλά σίγουρα έχω παραλείψει πολλά. Μπούχτισα όμως απάτη, νοθεία κι εκμετάλλευση. Με τρελλαίνει ν' ακούω για χιλιάδες μωρά που κινδυνεύουν γιατί κάποιοι δολοφόνοι πρόσθεσαν μελαμίνη σε παιδικά γάλατα! Με τρελλαίνει να πουλάει ο παραγωγός για ένα τίποτα το γάλα κι εγώ να το πληρώνω χρυσό και να τρέμω τι δίνω στο παιδί μου. Κι αυτό που δε μ' αφήνει να κοιμηθώ δεν είναι η φοβία αλλά η ευθύνη. Δεν τρέφω την αυταπάτη ότι δεν μπορώ να κάνω τίποτα για να προστατευτώ. Αντίθετα είμαι βέβαιη ότι από μένα εξαρτάται.....