Παρασκευή 8 Αυγούστου 2008

Η αρχή...

Μεγαλώνουμε κι αλλάζουμε. Δε θα πω εξελισσόμαστε γιατί η εξέλιξη προχωράει σ’ ένα συγκεκριμένο μονοπάτι. Εμείς αλλάζουμε κατευθύνσεις και στόχους. Άλλα πράγματα μας κινούν το ενδιαφέρον, άλλα φοβόμαστε, άλλα μας πονάνε όταν είμαστε παιδιά, έφηβοι, νέοι , ώριμοι, υπερώριμοι…

Κάποτε, ως δασκάλα αγγλικών, έδειξα στους μαθητές μια φωτογραφία σ’ ένα σχολικό εγχειρίδιο: Χιονισμένο πάρκο αδειανό, λίγα γυμνά, γκρίζα δέντρα, φανοστάτης με χιονισμένο σκούφο, γεφυράκι, μπροστά στο κιγκλίδωμα ένα ζευγάρι με γκρίζα παλτά στέκεται με πλάτη στο φακό κάτω από μια κόκκινη ομπρέλα, τα σώματα αγγίζουν.

«Τι συναισθήματα σας προκαλεί η φωτογραφία;»
Τα παιδιά λένε «μελαγχολία», «θλίψη». Ίσως να εννοούσαν «συγκίνηση». Ρωτάω «γιατί».
Τα χρώματα, η μοναξιά, ο χειμώνας. Κι ένα κορίτσι γύρω στα δεκατέσσερα απαντάει: «Μου θυμίζουν τους γονείς μου».
«Κι αυτό σου προκαλεί θλίψη; Γιατί;»
«Γιατί δε θέλω να γίνω σαν αυτούς»
Γριά; Συντηρητική; Νευρική; Κουρασμένη απ’ τη ζωή; Δε ρώτησα τίποτ’ άλλο. Μάθημα ήταν, εξάσκηση στα προφορικά κι όχι ψυχανάλυση.

Ωστόσο προσφέρεται για την αυτοψυχανάλυσή μου, τώρα στα 42, εργαζόμενη μητέρα με δυο παιδιά και πολλά - πολλά πράγματα που μ’ ευχαριστούν αλλά δε βρίσκω πια χρόνο γι’ αυτά.

Να πως το βλέπω τώρα, αναλύοντας τα σύμβολα:

Το άδειο χειμωνιάτικο πάρκο είναι το σύγχρονο καπιταλιστικό τοπίο, όπου λίγοι άνθρωποι εκμεταλλεύονται πολλούς ανθρώπους και τη φύση, όπου κανείς δε νιώθει ασφαλής αλλά παρ’ όλ’ αυτά είναι ο καθένας μόνος του, δεν εμπιστεύεται και δεν συμπαρατάσσεται με τον όμοιό του.
Το ζευγάρι στη φωτογραφία είμαι εγώ κι ο άντρας μου. Κοιτάμε το ποτάμι, τη ροή που θα υπήρχε αν το ποτάμι δεν ήταν παγωμένο, αν υπήρχαν τα χρήματα που λείπουν, ο χρόνος που λείπει για ν’ ασχοληθούμε μ’ ό,τι τρέφει την ψυχούλα μας και το πνεύμα μας. Έχουμε όμως ο ένας τον άλλον, την αγάπη μας, μια φτηνή κόκκινη ομπρέλα ανάμεσα σε μας και το χειμώνα, δυο παλτά και τα κορμιά μας για να ζεσταθούμε.
Τα παιδιά δεν είναι στη φωτογραφία. Τα παιδιά είναι σε μια άλλη φωτογραφία, χτίζουν όνειρα στην άμμο μπροστά σ’ έναν απέραντο ωκεανό, κάτω από έναν ήλιο που φωτίζει και ζεσταίνει.
Ως έφηβοι θα διασχίσουν ένα τοπίο γεμάτο εναλλαγές και φιδογυριστά μονοπάτια που διασταυρώνονται, γεμάτο ειδυλλιακές γωνιές κι επικίνδυνες ζούγκλες και δεν είμαι καθόλου σίγουρη ότι οι οδηγίες μας θα τα βοηθήσουν να βρουν το δρόμο γιατί τα παιδιά μας δεν είμαστε εμείς. Θα διαλέξουν το δικό τους μονοπάτι.

Αυτό που δεν μπορώ να δω είναι το μετά. Έρχεται η άνοιξη; Πότε; Όταν κερδίσεις το λαχείο; Όταν βρεις επιτέλους μια δουλειά που να σε γεμίζει αντί να σ’ αδειάζει; (Υπάρχουν τέτοιες δουλειές;) Όταν ασπαστείς το βουδισμό και τα βλέπεις όλα από μακριά χωρίς να φοβάσαι και χωρίς να ελπίζεις; Όταν πάρεις σύνταξη κι έχεις έστω το χρόνο που λείπει τώρα;

Το αύριο δεν υπάρχει με την έννοια που υπάρχει το σήμερα. Ούτε το χθες. Ζούμε τη στιγμή αλλιώς δεν ζούμε παρά στη ζώνη του λυκόφωτος.

Μη με παρεξηγήσετε λοιπόν. Δεν είμαι δυστυχισμένη. Δεν είμαι ευτυχισμένη. Στα ελληνικά το «είμαι» δηλώνει και μόνιμες και προσωρινές καταστάσεις ίσως γιατί οι αρχαίοι μας πίστευαν κι αυτοί ότι ζωή είναι το τώρα. Στα Ισπανικά υπάρχουν δυο ρήματα, το «ser» για μόνιμες ιδιότητες/καταστάσεις και το «estar» για προσωρινές. (Γι’ αυτό μ’ αρέσει να μαθαίνω ξένες γλώσσες, γιατί ανοίγουν το μυαλό κι όχι γιατί έχεις πιθανότητες να βρεις καλύτερη δουλειά).
Το «τώρα» μου μπορεί να είναι (estar) ευτυχισμένο ή δυστυχισμένο αλλά εγώ, ορθολογίστρια και ιδεαλίστρια, κτηνίατρος και καλλιτέχνης, μάνα και γυναίκα, εργαζόμενη και συνδικαλίστρια, φιλομαθής σε καταναγκαστικό βαθμό και λάτρης των απολαύσεων, έχω μια συνέχεια. Αλλάζω (ευτυχώς!) αλλά δεν αλλοτριώνομαι.

Κι εξακολουθώ να θέλω να μοιράζομαι. Για μένα αυτή είναι η αφετηρία του καλλιτέχνη κι όχι η αυτοέκφραση. Αλλιώς γιατί να γράψεις ποίηση αν είναι κανείς να μην τη διαβάσει; Γιατί να ζωγραφίσεις; Γιατί να παίξεις μουσική;

Έτσι μου προέκυψε το ιστολόγιο.
Επειδή θέλω να βρω κι άλλους που αγαπούν τα ίδια πράγματα με μένα, που νοιάζονται, που αυτοελέγχονται κάθε στιγμή μη τυχόν πρόδωσαν το παιδί και τον έφηβο που υπάρχουν ακόμα μέσα μας και μας κρίνουν, που εξακολουθούν να θέλουν να αλλάξουν τον κόσμο.
Επειδή δεν έχω λεφτά για να εκδώσω τα ποιήματά μου και θέλω να μπορούν όσοι διαβάζουν ακόμα ποίηση να τα βρουν χωρίς να πληρώσουν.
Επειδή ακόμα το διαδίκτυο δεν μπορεί να ελεγχθεί από την εξουσία κι από το νόμο του κέρδους και μέσα στο βόμβο ακούς και μελωδίες.
Επειδή είναι στη φύση μου να επικοινωνώ.

Συγχωρέστε με μόνο που τεχνικά είμαι πίσω. Σιγά – σιγά, που θα πάει, θα μάθω, θα βάλω τα links που θέλω, τις φωτογραφίες, τη λίστα με τα αγαπημένα μου βιβλία, ό,τι πιστεύω ότι αξίζει να μαθευτεί.

Οι καταγραφές μου θα είναι σκέψεις, ιδέες, εμπειρίες, αυτά που ο καθένας μας τα βλέπει μέσα από την οπτική γωνία που αποκαλούμε «εαυτό», το φάντασμα στη μηχανή του εγκεφάλου, όχι υπερφυσικό αλλά άυλο, όπως άυλα είναι και τα συναισθήματα.

ENTER

1 σχόλιο:

Θεόφιλος Ελευθεριάδης είπε...

Είσαι ενήμερη γιά την προσπάθεια που γίνεται από Γεωτεχνικούς προκειμένου να εκδοθούν έργα μας σε βιβλίο με ποίηση, πεζά, κλπ ;