Τρίτη 24 Ιουλίου 2012

Ζωή εδώ και τώρα

Λίγες μέρες μετά την προηγούμενη ανάρτησή μου διάβασα στο tvxs τη συνέντευξη του Χρόνη Μίσσιου, 80 χρονών σήμερα. Διαβάστε την κι εσείς αν δεν την έχετε διαβάσει ήδη.

http://tvxs.gr/news/egrapsan-eipan/xronis-missios-h-koinonia-deixnei-na-exei-pathei-egkefaliko

http://tvxs.gr/news/egrapsan-eipan/xronis-missios-einai-epitaktiki-i-anagki-tis-synergasias

Πρόσφατα διάβασα κι ένα εξαιρετικό βιβλίο με θέμα «Φιλοσοφικές Διαμάχες», του Ανρί Μπεν Λεβί, Εκδόσεις Κέδρος. Πολύ ενδιαφέρουσα είναι επίσης η συνέντευξη στο tvxs του Δημήτρη Αποστολάκη

http://tvxs.gr/news/egrapsan-eipan/xainis-dimitris-apostolakis-prepei-na-kamome-mia-palikaria-enilikiosis

Υπάρχουν κι άλλα κείμενα, αλλά ας μείνουμε σ’ αυτά. Τι κοινό έχουν αυτές οι αναφορές που σας παρέθεσα;

Την ευθύνη να αλλάξεις τον κόσμο αλλάζοντας πρώτα τον εαυτό σου. Όχι μέσα από την πολιτική που έχει καταντήσει στην καλύτερη μορφή της πολιτικολογία (στη χειρότερη είναι απλά η διεκπεραίωση των εντολών του συστήματος), αλλά μέσα από τη δράση, μέσα από το βίωμα, τη ζωή.

Λέει κάπου αυτός ο υπέροχος ογδοντάχρονος:
«Οι άνθρωποι δεν προλαβαίνουν να σκεφτούνε, δυστυχώς, να καταλάβουν, τι σημαίνει ζωή. Τρέχουν, τρέχουν, τρέχουν, κι όταν φτάνει το ηλιοβασίλεμα, αντί να κλαίνε γιατί πέρασε άλλη μια μέρα, και συνεπώς άλλο ένα βήμα προς το θάνατο, χαίρονται. Χαίρονται! Γιατί η μέρα τους ήταν φορτωμένη με οδύνη, με άγχος, με κυνηγητό, με προβλήματα, με όλα αυτά.»

Αυτό με άγγιξε πολύ βαθιά γιατί ακριβώς έτσι το είδα να συμβαίνει σ’ ένα πολύ αγαπητό μου πρόσωπο. Πριν μπει στη μισθωτή εργασία μελαγχολούσε το σούρουπο χωρίς να ξέρει γιατί. Το έλεγε «η μελαγχολία του δειλινού» κι έπαιζε μουσική για να αποφορτιστεί. Τώρα, εργαζόμενος, σύζυγος και πατέρας νιώθει ανακούφιση που τελειώνει η μέρα με τις απαιτήσεις της και θα ξεκουραστεί. Ευτυχώς η ξεκούρασή του παραμένει η μουσική….

Ομολογώ με περηφάνια ότι είμαι ρομαντική. Είμαι όμως και ορθολογίστρια. Δε θα σας πω ότι οι παππούδες μας οι αγρότες ζούσαν καλύτερα δουλεύοντας όλη μέρα στα χωράφια, όσο για τη ζωή των γιαγιάδων μας ήταν ακόμα πιο σκληρή. Δε θα μιλήσω για ευτυχία, η ευτυχία είναι ένα βραχύβιο φως που θ’ ανάψει ακόμα και στην πιο σκοτεινή ζωή, έστω κάποιες λιγοστές φορές.

Θα μιλήσω για ένα άλλο συναίσθημα που δεν ξέρω να ονοματίσω με μια λέξη, την αίσθηση ότι ζεις καλά και με νόημα, ότι υπάρχει μια συνέχεια σ’ αυτά που κάνεις, την αίσθηση ότι η ζωή σου είναι ένα δέντρο που αναπτύσσεται, ανθοφορεί, δένει καρπούς κι αφήνει σπόρους.

Αυτό είναι που έχουμε χάσει οι περισσότεροι εκτός από εκείνους τους λίγους, σαν το Χρόνη Μίσσιο που ήξερε που έταξε τη ζωή του ή σαν τη μάνα μου, την άσημη μάνα μου, που από νωρίς κατάλαβε πως, στη ζωή, άλλοι κρατάνε το πανέρι με τα κουλούρια κι άλλοι τα τρώνε και το κράτησε γερά αυτό το πανέρι….

Δεν ξέρω πολλούς ανθρώπους που η ζωή τους φόρτωσε με τόσα βάσανα, που δούλεψαν σκληρά από τα νηπιακά τους χρόνια ως τα γεράματα κι όχι μόνο δε βαρυγκόμησαν, αλλά χάρηκαν και την παραμικρή γλυκιά σταγόνα ανάμεσα στα πικρά ποτήρια.

Δεν της μοιάζω. Η δική μου ζωή μού προσφέρει πολύ περισσότερες χαρές, θεωρώ τον εαυτό μου ευλογημένο από την τύχη, αλλά μου λείπει αυτή η αίσθηση που λέγαμε πριν.

Είναι κι εκείνο το άλλο, που έλεγε ο Καζαντζάκης αυτοκρινόμενος, για τους «καλαμαράδες». Ο Ζορμπάς ζούσε τη ζωή κι ο Καζαντζάκης απλώς την κατέγραφε. Εγώ ούτε καν είμαι καλή στην καταγραφή, στο μυαλό μου ζουν ιδέες και θεωρίες, λίγα είναι τα πεπραγμένα.

Δικαιολογίες πολλές, φυσικά, όλοι έχουμε. Οι άλλοι μας δεσμεύουν. Οι υποχρεώσεις μας. Το σύστημα. Αρκούμαστε στα ελάχιστα που καταφέρνουμε για να αποδείξουμε ότι δεν είμαστε ολότελα ισοπεδωμένοι από τον οδοστρωτήρα της ρουτίνας. Όμως τελικά μόνο όταν κάνεις αυτό που θέλεις κι όχι αυτό που πρέπει η ζωή έχει ουσία. Όταν πάρεις το ρίσκο να ζήσεις κι όχι να επιβιώνεις.


Υπάρχει ζωή πριν το θάνατο; αναρωτιέται ο Γούντι Άλλεν. Πολλές φορές έχω σκεφτεί το ερώτημα με την άλλη του διατύπωση : τι είδους ζωή πρέπει να ζεις για να νιώθεις ότι ζεις; Γιατί έχουμε τόσες αυτοκτονίες;


Πόσο σημαντικά είναι τα λεφτά κατ’ αρχήν; Καταλήγω ότι είναι εξαιρετικά σημαντικά σε μια κοινωνία χωρίς αλληλεγγύη, όπου κανείς δε θα σου δώσει απ’ τα δικά του για να φας, να ντυθείς, να πας στο γιατρό, να ζεσταθείς το χειμώνα, να πληρώσεις το νοίκι για να μη βγεις στο δρόμο, να ταΐσεις το μωρό σου…… Είναι πολύ εύκολο όταν τα έχεις δεδομένα όλα αυτά να κατακρίνεις αυτόν που αυτοκτονεί.

Αρκετοί άνθρωποι πεθαίνουν από φτώχεια. Υποσιτισμός, έλλειψη φαρμάκων, έλλειψη στέγης και θέρμανσης, ένα –ένα κι όλα μαζί μπορούν να αποτελέσουν αιτίες θανάτου. Δεν έχει μια λογική να συντομεύσεις τη διαδικασία; Αν και κυρίως το συναίσθημα έχει να κάνει κι όχι η λογική. Η μοναξιά, η ήττα, ο φόβος, η κατάθλιψη.

Ακόμα και ο θυμός. Η αυτοκτονία ως πράξη διαμαρτυρίας, ως πράξη πολιτική, ως έσχατη πράξη ελευθερίας, η ελευθερία να επιλέξεις τον τόπο, το χρόνο και τον τρόπο του θανάτου σου. Να του δώσεις ένα νόημα αφού δεν βρίσκεις νόημα στη ζωή.

Η αυτοκτονία επίσης ως απόλυτα εγωιστική πράξη, πράξη «εγώ φεύγω, βγάλτε τα πέρα μόνοι σας, δεν αντέχω την ευθύνη να ζήσω και να παλέψω ούτε καν για μένα, πόσο μάλλον και για σας».

Δεν κρίνω αυτούς που αυτοκτονούν. Δε νιώθω ότι έχω το δικαίωμα, όσο και να διαφωνώ με την αυτοκτονία ως «διέξοδο» ή ως «μήνυμα» ή όπως αλλιώς. Κρίνω όμως τις επιλογές που είχαν οι αυτόχειρες, τις επιλογές που τους δίνει η κοινωνία μας, στην Ελλάδα του 2012, τρία σχεδόν χρόνια μετά που διαγνωστήκαμε ως χώρα με οικονομική, ηθική, πολιτική και πολιτισμική κρίση.

Οι τελευταίες εκλογές αποτύπωσαν μια δεξιότατη στροφή της κοινωνίας και δεν έφταιγε μόνο το ότι πολλοί ενέδωσαν στην τρομοκρατία και τον εκβιασμό των δανειστών μας. Για να διεκδικήσεις μια καλύτερη ζωή πρέπει πρώτα να την φανταστείς. Για να ζητήσεις κάτι πρέπει να ξέρεις ότι σου λείπει. Όταν έχεις πειστεί ότι αυτό που σου λείπει είναι χρήμα, ότι το χρήμα θα τα διορθώσει όλα, δεν μπορείς παρά να ψηφίσεις «δεξιά».

Δεν αλλάξαμε λοιπόν μέσα σ’ αυτά τα χρόνια. Φτωχύναμε. Χάσαμε την ξενοιασιά μας. Γίναμε ανασφαλείς. Θλιμμένοι. Κάποιοι από μας έμαθαν να μισούν. Τους δημοσίους υπαλλήλους, τους πολιτικούς, τους φοροφυγάδες πλούσιους, τους μετανάστες. Δεν έχει σημασία ποιούς. Το μίσος σε καταναλώνει, δε σου δίνει διέξοδο στη ζωή. Αντί να βρούμε αυτά που έχουμε κοινά βρίσκουμε όλο και περισσότερες διαχωριστικές γραμμές, ένας άνθρωπος μια πραγματικότητα, κοινός τόπος μόνο η οργή και η πίκρα μπροστά στο δεδομένο ότι δεν αλλάζουν τα πράγματα. Τίποτα δε θα αλλάξει αν δεν αλλάξουμε εμείς.


Η ευτοπία που ονειρευόμαστε είναι ακριβώς αυτό, ένα όνειρο που μπορούμε να πραγματώσουμε αν το βλέπουμε όλοι ταυτόχρονα. Πολλοί από μας βλέπουμε το σκουλήκι μέσα στο τραγανό κόκκινο μήλο του παγκοσμιοποιημένου δυτικού πολιτισμού. Ο καθένας όμως ονειρεύεται άλλο φρούτο στη θέση του.

Υπάρχει η άποψη ότι ο άνθρωπος δεν είναι παρά ένα θηρίο που καταπιέζει τα εγωιστικά του ένστικτα και παρορμήσεις μόνο επειδή φοβάται το μαστίγιο ή λαχταράει κάποιο καρότο και που και που αφήνει το θηρίο να εκφραστεί. Η ανθρώπινη ιστορία και η ψυχολογία δεν προσφέρουν πολλά επιχειρήματα ενάντια σ’ αυτήν την άποψη. Υπάρχει όμως εξέλιξη.

Ποτέ πριν την αστική επανάσταση δεν υπήρχε αυτό που λέμε κοινωνική πρόνοια, ισονομία, ίσες ευκαιρίες κι όλα αυτά τα δημοκρατικά που διαβάζουμε στο Σύνταγμα και δε βλέπουμε στην πράξη παρά τον παραμορφωμένο ίσκιο τους. Πόλεμος κι εκμετάλλευση υπήρχαν πάντοτε και συνεχίζουν να υπάρχουν, όμως κάναμε έστω ένα μικρό βήμα μπροστά. Μπορούμε να κάνουμε και το επόμενο βήμα αν καταφέρουμε να συμφωνήσουμε, να ενωθούμε όσοι αναζητούμε την ευτοπία. Αν αλλάξουμε πρώτα εμείς.





Αλλιώς όλη αυτή η οργή και η πίκρα και η αγανάκτηση και το μίσος θα φέρουν μια νέα Χούντα στην Ελλάδα φοβάμαι. Έναν «εθνοσωτήρα» τύπου Μιχαλολιάκου που θα υποσχεθεί προστασία από τους κακούς μετανάστες, δίωξη και τιμωρία των διεφθαρμένων πολιτικών, στήριξη των αδυνάτων και εθνική υπερηφάνεια…….




Πιστεύω στον άνθρωπο. Στον άνθρωπο δημιουργό. Έχω αποδείξεις κι όχι τυφλή πίστη. Έχω τα βιβλία του, τη μουσική του, τις ζωγραφιές και τα αρχιτεκτονήματά του. Τα επιστημονικά του επιτεύγματα. Το χορό και τη μαγειρική. Την αυτοθυσία και την προσφορά χωρίς αντάλλαγμα.

Πιστεύω ότι ο άνθρωπος καταστροφέας είναι ένας λειψός άνθρωπος που δεν μπορεί να απολαύσει και να μοιραστεί με άλλους την απόλαυση, γι’ αυτό καταστρέφει.

Πιστεύω ότι μέσα στον καθένα μας υπάρχει ο δημιουργός κι ο καταστροφέας, όχι ο θεός και ο διάβολος της θρησκείας, απλά δυο αντίρροπες δυνάμεις που ενισχύονται από τα πεδία γύρω μας, θετικά κι αρνητικά πεδία, που δημιουργούν οι άλλοι άνθρωποι. Κάθε φορτισμένος θετικά ή αρνητικά άνθρωπος επηρεάζει τους γύρω του κι αυτό είναι μια δυναμική κατάσταση μέσα στο χρόνο. Ο καθένας μας περνάει στιγμές ουδέτερες, θετικές κι αρνητικές μέσα στη μέρα κι ολόκληρες εποχές στη ζωή του.

Κι εκτός από τους ανθρώπους υπάρχουν και άβιες οντότητες που έχουν το δικό τους πεδίο. Ένα βιβλίο μπορεί να είναι θετικά ή αρνητικά φορτισμένο ή ουδέτερο. Ένα τοπίο. Μια είδηση. Ένα δείπνο.




Ας αναζητήσουμε τη δημιουργία μέσα μας και γύρω μας. Στην καθημερινότητά μας, τη δουλειά μας, την ανεργία μας, τις σχέσεις μας, τα ερεθίσματά μας. Δεν έχει σχέση με κάποια μεταφυσική ανταμοιβή ή τιμωρία, αλλά με την επιβίωση και τη ζωή, εδώ και τώρα.


1 σχόλιο:

markos aliprantis είπε...

Κατερίνα για να απαντήσω στο σκεπτικό σου πρέπει να καθίσω καμιά ώρα στον Η/Υ και δυστυχώς δεν έχω.Ένα είναι που με προβληματίζει.Πώς θα ανακτήσω το γέλιο μου που μου το έκοψαν απότομα μια και από ότι λένε οι φίλοι μου όταν κάνουμε παρέα φέρνω κέφι και γελούν.
Όταν πλήρωνα και εξακολουθώ να πληρώνω ταμείο υγειονομικής περίθαλψης(200€ το μήνα τώρα)και δεν μπορώ ούτε τα φάρμακά μου να πάρω αν δεν τα πληρώσω ή να πάω στον καρδιολόγο μου που θέλει για να με εξετάσει μιά 100άρα τί ψάχνεις να βρείς;;;;;Μάλλον χρειαζόμαστε ένα νέο Γουδί και πρόσεξε ποτέ δεν ήμουν ούτε θα γίνω φασίστας αλλά έχω πολύ πικραθεί από τους Δημοκράτες που με εξαθλίωσαν ηθικά και υλικά.